gift



θα βρω μια λεξη

να σου χαρισω.
αν ειναι κρυμενη
στο φως της μερας,
το χερι μου
αρκει να απλωσω.
καπου στην θαλασσα
αν ειναι,
δε φοβαμαι να βραχω.
θα βρω μια λεξη
να σου χαρισω.
ας τρεχει στον ανεμο,
θα πεταξω μαζι της.
Σιγουρα δε φοβαμαι.
τα σκοταδια
και τα αγρια σκυλια
ειναι περισοτερο απο ποτε
δικα μου,
τωρα.

3 σχόλια:

Hfaistiwnas είπε...

Tέλειο.. ξεπερνάει πολλά προηγούμενά σου.. :):)
Οι λέξεις ειναι σπάνια δώρα.. αρκεί να είναι κατάλληλη η περίσταση και το στόμα..

Ανώνυμος είπε...

Χωρίς Ζωντανούς
Κριγμώδεις Ήχους
Σαν να Περπατάει
Μια Χελώνα που Έχει
Χάσει το Δρόμο
Ανάμεσα στα Άχυρα
Μιας Χριστουγεννιάτικης Φάτνης
Σπάζουν οι Λέξεις στις Συλλαβές
Που δεν Παίρνουν
Οξεία μήτε Περισπωμένη
Έτσι Ευτυχώς Σωπαίνουν
Κρεμασμένες οι Εικόνες

Το Ποίημα Περιμένει την Ενανθρώπιση Του.

Περπατούν οι Λέξεις
Η Μία Πάνω στην Άλλη
Μπλέκουν τα Χέρια
Βάζουν τα Δάχτυλα τους
Η Μία στ’ Αυτιά
Κι η Άλλη στα Μάτια
Ώσπου από Μακρυά
Μοιάζουν Σα Σάκος
Μυρίων Εμβρύων
Που Κλωτσώντας Συστρέφονται
Κι Ανοίγουν Χωρίστρες
Όπως Στέκονται οι Χαραμάδες
Ανάμεσα στις Πλευρές
Ενός Θώρακα και του Ωκεανού
Τα Ρεύματα Χύνονται

Το Ποίημα Πλέει στην Ενσάρκωση Του.

Προσεύχομαι στην Κόλαση
Αυτή να Βρεθεί
Μια Τροχιά να Κρατάει
Μαζί με Τόσους
Αστερισμούς Γραμμάτων
Και Τόξα από Γαλαξίες
Στρωμάτων Έμβιων Ήχων
Μια Ευχή να Στεριώνει
Το Λόγο που Χώρισαν
Και Ζευγάρωσαν Βίαια
Όλες Αυτές οι Αρθρωτές Φωνές
Σε Όνειρα Εικόνων
Από Όπου Αναπηδούν
Τρυφερά Μορφές
Και Πλάσματα Εκπτύσσουν
Με Ορμή το Χώρο
Ανάμεσα στις Πλευρές
Με Κάθε Ανάσα

Το Ποίημα Μετριέται Με το Θάνατο
Όπως το Φίδι Μετράει την Τροφή Του.

δεν θυμάμαι το τοματίσιο ήμαιηλ σου κι έτσι στο στέλνω εδώ, το ξανάγραψα το πρωί που ξύπνησα αφού σε άρεσε, δικό σου.

Duchamp είπε...

είσαι κι εσύ ο ερωτευμένος σκύλος που της χάρισες;

ή μήπως χαρίζεσαι στην ημέρα που το φως της παγιδεύει τον οίστρο;