Ο κήπος της σιωπής.

α.
Βυθισμένος βαθιά.
Κάτω από το μεγαλύτερο δέντρο,
στο βουνό που κουβαλάω στη πλάτη μου.
Βρίσκεται ο κήπος της σιωπής.
Ανεβαίνω προς αυτόν.
Πετάω από ψηλά,
ήχους,
λέξεις,
κανόνες,
όνειρα,
φθόγγους.
Έσπασαν.
Έφτασα.

β.
Έγινε άντρας ,τυχαία,επειδή
αγάπησε έναν άντρα.
Η αγάπη του όμως άργησε,
ήταν ήδη νεκρός στα χέρια του.
Ο ήχος του όπλου,
ο ήχος απ'τα δάκρυα του.
Μίσησε ολους τους ήχους.
Τον κρατούσε αγκαλιά
για μέρες -για μήνες-.
Σάπισε πανω του,
τον έκανε λίπασμα
και φύτεψε τραγούδια.
Άρχισε να χτίζει
τον κήπο της σιωπής.
Η πύλη του,φτιαγμένη
απο βιολιά,δωρικού ρυθμού.
Ένα σπίτι απο ξερά φύλλα,
κολήμενα με φώς.
Έχτισε για όλους μας
και μας κάλεσε ελεύθερους,
σχεδόν γυμνους.

γ.
Δε σταματούσε να ξεβάφει,
όσο στεκόταν στη βροχή.
Κάποιος κάρφωσε απο πάνω του
ένα μαύρο σύνεφο.

Δεν σταματούσαν να κινούνται
3000 άνθρωποι και οι εαυτοί τους.
Χόρευαν στην είσοδο του κήπου
για να ξεπλυθούν απο τους ήχους.

Δε σταματούσε να μπαίνει
η βροχή στα μάτια σου.

Δε σταματούσε να μπαίνει
η βροχή στα μάτια σου.

δ.
Από τα χέρια του
κυλάει ο βυθός του ουρανού.
Καταράκτης.
Προσπαθώ δίπλα του,
να ισοροπήσω πάνω σε μια παπαρούνα.
Κόντρα στον άνεμο.
Γιατί βρίσκομαι εδώ;
Στον άνεμο που θρυματίζει
κρυστάλινα λουλούδια.
Μαζεύουν τα κομάτια,μυρμήγκια.
Χτίζουν κάστρα για να οχύρωθουν.
Ενάντια στα βατράχια της τρίτης λίμνης.
- Γιατί βρίσκομαι εδώ;-
Στον πόλεμο,που γίνετε
για τον λαίμο του.

ε.
Ένα κορίτσι και ένα κοτσύφι,
παίζουν ένα παιχνίδι τα απογεύματα.
Το κορίτσι τρέχει και αφήνει
μπάλονια να πετάξουν ψηλά.
Το κοτσύφι πρέπει να τα σκάσει
με το ράμφος,πριν περάσουν
τα δώδεκα μέτρα απο το έδαφος.

Δευτερόλεπτα πρίν τελειώσει
κάθε απόγευμα,τρώγεται λαίμαργα.
Απο μια γυναίκα με άσπρα μαλλιά.

ζ.
Μια νότα ξέφυγε
απο ένα τραγουδι της.
Συνηθισμένη στις δονήσεις
στάθηκε στο λόφο των παντελονιών.
Ξεπλύθηκε στο άγιο σπέρμα,
απο ακατέργαστη καύλα.
Μεταμορφώθηκε σε χλόη.
Τσαλαπατήθηκε ύστερα,
απο τα χωματένια άλογα.
Λίγα δευτερόλεπτα
απόλυτης ευχαρίστησης.
Αρκούν.
Θα ξαναβρεί το δρόμο της
κάθετα προς τον ήλιο.

η.
Το αγόρι με τα βιολετί μάτια
ανεβαίνει στο φεγγάρι συχνά.
Τον ακολουθεί,δειλά,μια τρομπέτα.
Κοιτάζουν τον κήπο από ψηλά.
Όταν αγγίζουν τα χείλη τους,
δακρύζουν και μουσκεύουν το φεγγάρι.
Νευριάσμενο αυτό,φεύγει.
Κανείς δεν ειναι σίγουρος,
για την επιστροφή του.

- Κανείς δεν ειναι σίγουρος,για την επιστροφή του -

1 σχόλιο:

the boy with the arab strap είπε...

πολυ καλο !!!!!
με το φανζιν τι εγινε , προχωρησε?